Η Λευκή Μπαλίτσα

Η Λευκή Μπαλίτσα

Μέσα στη χειμωνιάτικη απογευματινή ησυχία, μια κατάλευκη μπαλίτσα ξεμύτισε από την στοίβα με τις παλέτες και κύλησε απαλά σαν χιονονιφάδα, σταματώντας μπροστά σε ένα ζευγάρι κίτρινες γαλότσες. Οι γαλότσες κουνήθηκαν κι ο παράξενος ήχος που έβγαλαν τις έκανε πολύ τρομακτικές. Η μπαλίτσα φούντωσε, πισωπάτησε και ανασηκώνοντας το βλέμμα, συνειδητοποίησε ότι μπροστά της στεκόταν ένα περίεργο πλάσμα με δυο πόδια που κατέληγαν σε αυτά τα φασαριόζικα παπούτσια. Τρομαγμένη, έτρεξε γρήγορα και χώθηκε κάτω από τις ξύλινες παλέτες αναζητώντας την ασφάλεια στην αγκαλιά της μαμάς της.

Η κάτασπρη τοσοδούλα γατούλα είχε γεννηθεί κάτω από τη στοίβα με τις παλέτες και η αδέσποτη μαμά της, έδινε όλη της την αγάπη και φροντίδα στο μονάκριβο φουντωτό μωρό της. Μακριά από τους ανθρώπους, στην κρυψώνα της, στην ήσυχη γειτονιά, έμαθε στο γατάκι να μην απομακρύνεται από την φωλιά τους, αλλά κι αυτό, όσο μεγάλωνε, ήθελε να ανακαλύψει τον κόσμο και πλέον ήταν αδύνατο να το κρατήσει αποκομμένο από το περιβάλλον. Έτσι, του έμαθε τι είναι τα άλλα ζώα που θα συναντούσε στο δρόμο και κυρίως τι είναι οι άνθρωποι, τα ψηλά αυτά δίποδα πλάσματα που διαφέντευαν τον κόσμο ολόκληρο. Οι άνθρωποι, είπε, δεν έχουν πάντα καλή καρδιά και έπρεπε να προσέχει ποιόν θα μπορούσε να εμπιστευτεί. Κυρίως όμως επέμεινε ότι κοιτώντας βαθιά μέσα στα μάτια των ανθρώπων, μπορείς να ανακαλύψεις την ψυχή τους και το φως ή το σκοτάδι που την περιβάλει.

Η κατάλευκη μπαλίτσα, χωρίς να ξεχνά τις συμβουλές της μαμάς της, ξεμύτιζε από τις παλέτες με προσοχή και κάθε μέρα, με θάρρος, έκανε μερικά βήματα πιο πέρα. Μια μέρα λοιπόν, και αφού είχε ξεμακρύνει από την ασφάλεια της φωλιάς, είδε πάλι τις κίτρινες γαλότσες να πλησιάζουν κάνοντας τον ίδιο θόρυβο όπως την πρώτη φορά. Έχοντας μάθει για τους ανθρώπους, αναγνώρισε ότι το περίεργο πλάσμα ήταν ένα μικρό του είδους, ένα παιδάκι, που πλησίαζε βγάζοντας γελαστούς ήχους. Η μπαλίτσα κοκάλωσε και μαζεύτηκε ελπίζοντας ότι θα παραμείνει αθέατη και παρακολουθούσε με κομμένη την ανάσα το κοριτσάκι να έρχεται προς το μέρος της. Ξάφνου συνέβη κάτι εντελώς αναπάντεχο! Το μικρό κορίτσι κοντοστάθηκε μπροστά από το γατάκι και ξάπλωσε καταγής, φέρνοντας το βλέμμα του στο ίδιο ύψος με αυτό του μικρού γατιού. Μα τι λάμψη ήταν αυτή στο βάθος των ματιών του κοριτσιού! Καταρράκτες από φως που έμοιαζαν να αναβλύζουν από την ψυχή και να διαχέονται γύρω της, αγκαλιάζοντας με θέρμη όσους κοιτούσε με αγάπη. «Αυτό εννοούσε η μαμά μου!», σκέφτηκε η λευκή μπαλίτσα, και αφέθηκε στην παρηγορητική ζέστη του καλοσυνάτου κοριτσιού.

Κάθε μέρα και για λίγα λεπτά η λευκή μπαλίτσα έβγαινε στον κόσμο των ανθρώπων για να συναντήσει το κοριτσάκι. Ήξερε ότι εκείνο την περίμενε με λιχουδιές, χάδια και πολλές ιστορίες για τις περιπέτειες στο σχολείο με τις παρέες της. Όταν επέστρεφε στην φωλιά, με ενθουσιασμό εξιστορούσε τα πάντα στην μαμά της, που παρά την καλοσύνη του μικρού κοριτσιού, παρέμενε αρκετά επιφυλακτική και φοβόταν για την ασφάλεια του μικρού της. Βλέπετε, ενώ η μπαλίτσα ήταν μια κάτασπρη και φουντωτή γατούλα με μάτια πιο γαλανά κι από τον καθαρό ουρανό μιας χειμωνιάτικης ηλιόλουστης μέρας, η μαμά ήταν πιο μαύρη και από τη νύχτα, με κεχριμπαρένια μάτια που έμοιαζαν με φλόγες, γεμάτα από τον φόβο που φωλιάζει στις ψυχές των αδέσποτων που έχουν πονέσει.

Από μικρή είχε καταλάβει ότι στον κόσμο των ανθρώπων η εμφάνιση έπαιζε μεγάλο ρόλο. Κάποιοι, όταν την έβλεπαν έφτυναν τον κόρφο τους και άλλαζαν πεζοδρόμιο, άλλοι την κυνηγούσαν, άλλοι απλά την περιφρονούσαν, ενώ δεν ήταν λίγες οι φορές που είχε φάει κλοτσιές ή την απόδιωχναν με πέτρες και πλαστικά μπουκάλια. Έτσι, με τον σκληρό τρόπο, έμαθε να κρύβεται, να περπατάει στις σκιές και να αναζητά κρυψώνες, ενώ μόνο όταν έπεφτε βαριά η νύχτα, ένιωθε πιο ελεύθερη.

Όταν έφερε στον κόσμο το γατάκι της, υποσχέθηκε να το προφυλάξει από την κακία των ανθρώπων. Όμως, οι ιστορίες του μικρού της για την καλοσύνη του κοριτσιού άρχισαν μαλακώνουν την καρδιά της και επέτρεψε στον εαυτό της να πιστέψει ότι τελικά ίσως υπάρχουν και καλοί άνθρωποι στον κόσμο.

Ένα κρύο απόγευμα, αφού διηγήθηκε τις ημερήσιες περιπέτειες της, η λευκή μπαλίτσα κουλουριάστηκε σε μια γωνίτσα στρωμένη με λίγο πριονίδι και αποκοιμήθηκε. Αφού η μαμά της σιγουρεύτηκε ότι κοιμόταν βαθιά και ήταν ασφαλής, βγήκε από την κρυψώνα τους προς αναζήτηση φαγητού. Ξεμύτισε προσεκτικά, όπως πάντα, και αφού κοίταξε δεξιά και αριστερά για να σιγουρευτεί ότι δεν ήταν κανείς τριγύρω, βγήκε και τέντωσε το κατάμαυρο κορμάκι της απλώνοντας χέρια, πόδια, ουρά και μουστάκια για να ξεμουδιάσει. Είχε αρκετό κρύο, αλλά η βραδιά ήταν πολύ πιο φωτεινή από όσες είχε δει στην 9μηνη ζωή της. Όλοι οι φανοστάτες είχαν γιρλάντες με φωτάκια, τα μπαλκόνια ήταν στολισμένα και από τα παράθυρα των σπιτιών ξεπρόβαλαν έλατα φορτωμένα με κάθε λογής στολίδι και αμέτρητα λαμπιόνια να αναβοσβήνουν ρυθμικά. Η δε ατμόσφαιρα είχε πλημμυρίσει από μια μυρωδιά που της είχε σπάσει την μύτη και έκανε την κοιλίτσα της να γουργουρίζει. Μεθυσμένη από τα αρώματα άρχισε να ακολουθεί τα ίχνη τους μέχρι που έφτασε κάτω από ένα χαμηλό μπαλκόνι. Ανέβηκε με ένα σάλτο και στάθηκε σε μια κουρελού που βρισκόταν μπροστά στην ελάχιστα ανοιγμένη μπαλκονόπορτα. Το άνοιγμα ίσα που χωρούσε ένα μικροκαμωμένο ποντίκι αλλά ήταν αρκετό για να δραπετεύσουν οι λαχταριστές μυρωδιές από την κουζίνα προς τα έξω.

Κολλώντας την μουσούδα της στο τζάμι, άρχισε να περιεργάζεται το φτωχικό σπίτι. Μια μαντεμένια ξυλόσομπα έκαιγε, σκορπίζοντας το τρεμάμενο φως της στο μικρό σαλόνι με τις αφράτες πρασινοκκόκινες καρώ κουβερτούλες πάνω στις πολυθρόνες και στον καναπέ. Στο βάθος, μια νεαρή κοπέλα μόλις είχε βγάλει από τον φούρνο ένα ταψί που το περιέχυνε με ένα χρυσό, αραιό σιρόπι. Αυτό της είχε σπάσει την μύτη! Δεν ήξερε τι είναι, αλλά φαντάστηκε ότι αν ο παράδεισος είχε μυρωδιά, θα μύριζε έτσι! Κούρνιασε στην κουρελού μεθυσμένη από τα αρώματα, παρατηρώντας την κοπέλα να φτιάχνει τα λαχταριστά γλυκά της και χωρίς να το καταλάβει αποκοιμήθηκε.

Κοιμόταν βαθιά όταν ξαφνικά άρχισε να νιώθει ή μάλλον να μην νιώθει τόσο πολύ το κρύο. Άνοιξε τα μάτια της και σάστισε όταν είδε μια σκεπή πάνω από το κεφάλι της, μια μαλακή κουβερτούλα ριγμένη επάνω της και ένα πιατάκι με λίγο ξεψαχνισμένο κοτόπουλο. Ανοιγόκλεισε τα μάτια της πολλές φορές για να δει αν όλα αυτά είναι αληθινά… και ήταν! Μήπως είχε πεθάνει από το κρύο και δεν το είχε καταλάβει; Μεταξύ ύπνου και ξύπνιου και προσπαθώντας να καταλάβει τι συνέβαινε, ένα κοριτσάκι την πλησίασε φωνάζοντας την μαμά της.
Μαμά, μαμά…έλα ξύπνησε η Στέλλα. Κοίτα πόσο της αρέσει το σπιτάκι που της έφτιαξα!

Της πήρε λίγα δευτερόλεπτα να καταλάβει ότι ο μικρός άνθρωπος μιλούσε για εκείνη και… ωωωω… τι έκπληξη… της είχε δώσει όνομα! Πρώτη φορά κάποιος της έδινε όνομα και ένα απερίγραπτο συναίσθημα κατέκλυσε την καρδιά της. Μα…. περίμενε… αυτό ήταν το κοριτσάκι που της είχε περιγράψει η μικρή της μπαλίτσα! Τότε διαπίστωσε και η ίδια πόση αγάπη έκρυβαν τα μάτια του κοριτσιού και πόσο έλαμπε η ψυχή μέσα από το βλέμμα της.

Μα που ήταν η μπαλίτσα; Η μαμά είχε αποκοιμηθεί στα ζεστά και ήταν τόσο όμορφα που είχε χάσει την αίσθηση του χρόνου. Έπρεπε να γυρίσει στο γατάκι της.

Σηκώθηκε απότομα, με την καθυστερημένη αγωνία να την πλημμυρίζει αλλά την ίδια ώρα η νεαρή κοπέλα – η μαμά του κοριτσιού – την πλησίασε, κρατώντας στην αγκαλιά της την μονάκριβη μπαλίτσα που γουργούριζε και μασούσε τον κόκκινο βελούδινο φιόγκο που φορούσε στον λαιμό.

Εκείνο το βράδυ, εκείνη την στιγμή, η Στέλλα δίχως να το γνωρίζει ακόμη, είχε βρει το παντοτινό της σπίτι. Εκείνο το βράδυ η μαύρη γάτα πήρε το όνομα Στέλλα, που σημαίνει αστέρι, και η τύχη της έλαμψε σκορπίζοντας φως, σαρώνοντας κάθε κακή ανάμνηση από την αδέσποτη ζωή. Όσο για την μικρή λευκή μπαλίτσα… αυτός ακούει πλέον στον όνομα Κουραμπιές και παραμένει μέχρι σήμερα ο πιο γλυκός, ο πιο σκανταλιάρης, ο πιο γουργουριστός και γεμάτος περιέργεια γατούλης του κόσμου.

Για την Στέλλα, κάθε Χριστούγεννα η μυρωδιά των μελομακάρονων – αυτά ήταν τα παραδεισένια γλυκίσματα – είναι η υπενθύμιση πως λίγη αγάπη αρκεί για να μετατρέψει ολοκληρωτικά την ζωή κάποιου. Για εκείνη και τον Κουραμπιέ το θαύμα των Χριστουγέννων συνεχίζεται κάθε μέρα, με κάθε λιχουδιά και κάθε χάδι που τους προσφέρουν οι δικοί τους άνθρωποι στο παντοτινό τους σπίτι.

Το κείμενο υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα.
Απαγορεύεται η δημοσίευση μέρους ή του συνόλου της ιστορίας χωρίς αναφορά στην πηγή.

Βρείτε μας στο facebook

Πρόσφατα Άρθρα

Δείτε ακόμα

Copyright © 2017- 2024 PawFinder.gr | All rights reserved | Όροι Χρήσης
error: Το περιεχόμενο προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα