Η Κοκκινοσκουφίτσα κι ο σκύλος που έμοιαζε με λύκο

Η Κοκκινοσκουφίτσα κι ο σκύλος που έμοιαζε με λύκο

Η Κοκκινοσκουφίτσα διέκρινε την καλύβα της γιαγιάς, μέσα από τα πυκνά φυλλώματα των δέντρων, κι αναστέναξε ανακουφισμένη. Οι συγχωριανοί, την είχαν τρομάξει με ιστορίες για κακούς λύκους που δε χόρταιναν να τρώνε ανθρώπους, αλλά μέχρι εκείνη τη στιγμή κανένα αγρίμι δεν είχε φανεί, μόνο κάτι σκόρπιες πατημασιές επάνω στο υγρό χώμα, έκαναν την καρδιά της να χτυπάει λίγο πιο γρήγορα. Τελικά όμως είχε δίκιο να φοβάται γιατί, πριν προλάβει να φτάσει στην αυλόπορτα της γιαγάς, εμφανίστηκε η σκοτεινή φιγούρα του Λύκου και το αίμα της πάγωσε…. Ήταν κρυμμένος πίσω από την καλύβα, αλλά σιγά σιγά, έβγαζε στο φως το γεροδεμένο κορμί του με το πυκνό και σκουρόχρωμο τρίχωμα. Τα μάτια του ήταν κόκκινα και πετούσαν κεραυνούς. Τα χείλη του ήταν τραβηγμένα πίσω και οι τεράστιοι κυνόδοντες έμοιαζαν με σπαθιά έτοιμα για το θανατηφόρο χτύπημα.

Η Κοκκινοσκουφίτσα, τρομοκρατημένη από το θέαμα του αιμοβόρου γίγαντα, σκέφτηκε τις επιλογές της. Να φύγει; Να τρέξει; Πού θα πήγαινε όμως; Εδώ ήταν το σπίτι του Λύκου. Αυτός ήξερε τα κατατόπια και ήταν πολύ πιο γρήγορος στα πόδια. Να σκαρφαλώσει σε κάποιο δέντρο; Και πόσο θα μπορούσε να μείνει επάνω; Με βαριά από το φόβο καρδιά αποφάσισε να αντιμετωπίσει το θηρίο, δεν είχε άλλη επιλογή. Δε θα τον πλησίαζε όμως απειλητικά, θα ήταν ταπεινή, γιατί στο κάτω κάτω, αυτή είχε εισβάλει στο χώρο του.

Τρέμοντας, το ένα βήμα μετά το άλλο, άρχισε να τον πλησιάζει κι όσο η απόσταση μεταξύ τους κόνταινε, τόσο διαπίστωνε ότι η τρομαχτική μορφή που είχε διακρίνει αρχικά, ήταν απλά μια προβολή των φόβων της. Το θηρίο μπροστά της, ήταν πολύ μικρότερο από τον θεόρατο λύκο που έβλεπε νωρίτερα. Όσο για το «σκούρο και πυκνό» τρίχωμά του, ήταν λευκό και ανοιχτόχρωμο καφετί στην πραγματικότητα….όπου υπήρχε τρίχωμα βέβαια, γιατί το κορμί του ήταν γεμάτο κακοφορμισμένα μπαλώματα από γυμνό δέρμα . Και τα μάτια του ήταν πλημμυρισμένα με λύπη και απόγνωση! Το μόνο που ήταν ίδιο, ήταν τα τραβηγμένα χείλη και τα μεγάλα δόντια που φανερώνονταν κάτω από τα κάτασπρα ούλα του. Αλλά ακόμη κι αυτό, έμοιαζε περισσότερο με αστεία γκριμάτσα παρά με απειλή…

«Γιατί καλέ μου λύκε έχεις τραβηγμένα τα χείλη σου», ρώτησε η Κοκκινοσκουφίτσα, «θες να με φοβίσεις; Εγώ δεν είμαι κακός άνθρωπος, δε θέλω το κακό σου.»

«Αχ… ευτυχώς!», είπε ο λύκος και χαλάρωσε αμέσως το τεντωμένο του στόμα, «είχαν πιαστεί τα χείλη μου τόση ώρα. Προσπαθούσα να μιμηθώ αυτό που κάνετε οι εσείς οι άνθρωποι, που τραβάτε τα χείλη σας και δείχνετε τα δόντια σας και χαίρεστε τότε κι αγκαλιάζεστε και δε φοβάστε ο ένας τον άλλον. Χαμόγελο δεν το λέτε; Και δεν είμαι λύκος μικρή μου, είμαι ένας σκύλος. Με έφερε εδώ το αφεντικό μου και μου είπε να περιμένω για να μαζέψει κάτι βότανα που θα με κάνουν καλά γιατί είμαι άρρωστος, αλλά πάνε εβδομάδες από τότε και δεν έχει γυρίσει. Τον ψάχνω σε όλο το δάσος ολημερίς κι ολονυχτίς και φοβάμαι μην έχει πάθει κανένα κακό.»

«Αχ καλέ μου σκύλε…πόσο αθώος είσαι», ψιθύρισε η Κοκκινοσκουφίτσα που είχε δει πολλούς κυνηγούς και βοσκούς να εγκαταλείπουν τα άρρωστα ζώα τους στο δάσος. Τον χάιδεψε λυπημένη και του έδωσε το ψωμί που είχε φέρει για τη γιαγιά της. Όταν ο ταλαίπωρος σκύλος χόρτασε λίγο την πείνα και τη δίψα του, η Κοκκινοσκουφίτσα του έστρωσε στην εξωτερική αποθήκη της καλύβας, για να ξεκουραστεί από την περιπλάνηση τόσων ημερών. Υποσχέθηκε στη γιαγιά της ότι θα φρόντιζε τον σκυλάκο καθημερινά και συμφώνησαν να τον αφήσουν να ζει στην εκεί, σε μια ήσυχη γωνιά, μέχρι να γιατρευτεί πληγωμένο του σώμα.

Και οι ημέρες κυλούσαν και η Κοκκινοσκουφίτσα έφερνε φάρμακα και καλό φαγητό και φρόντιζε το σώμα και την ψυχή του άρρωστου ζώου. Κι εκείνο, μετά από κάμποσο καιρό, θέριεψε από την αγάπη και τη φροντίδα κι απόκτησε αρχοντικό παράστημα και επιβλητική μορφή. Περίτα τον βάφτισε η Κοκκινοσκουφίτσα, το όνομα του πιστού σκύλου του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Και ήταν όντως το πιο ταιριαστό όνομα, γιατί ο Περίτας ήταν γενναίος, ατρόμητος, προστατευτικός και μαχητής όταν έπρεπε, αλλά παρέμενε κατά βάθος ο γλυκός χαζούλης που προσπαθούσε να χαμογελάσει σαν άνθρωπος για να μην τον φοβούνται.

Ο καιρός περνούσε όμως και το παραμύθι έφτανε στο τέλος του. Σε λίγο η τελευταία σελίδα θα γύριζε και η Κοκκινοσκουφίτσα θα έπρεπε να επιστρέψει στον δικό της παραμυθόκοσμο για να ξαναδιαβεί άλλο δάσος, όπου πάλι θα συναντούσε τον κακό λύκο ή ίσως κάποιον άλλον εγκατελειμένο πρίγκηπα, που θα είχε ανάγκη από τη μαγική της παρουσία. Αλλά τον Περίτα που θα τον άφηνε; Αυτός, όπως όλα τα αθώα πλάσματα, νόμιζε ότι η ζωή ήταν ένα παραμύθι αλλά, δυστυχώς για εκείνον, ο κοσμος που τον είχε γεννήσει ήταν πραγματικός και η φίλη του δεν ήταν δυνατόν να τον πάρει μαζί της, στο φανταστικό της σύμπαν.

Και τότε η Κοκκινοσκουφίτσα, με μια παρακινδυνευμένη για την ύπαρξή της ενέργεια, βγήκε από τις σελίδες του παραμυθιού για να γυρέψει βοήθεια για τον Περίτα. Και μόνο αφού βρήκε ανθρώπους, κατάλληλους να τους εμπιστευτεί την τύχη του τετράποδου φίλου της, αποφάσισε να επιστρέψει στο δικό της κόσμο. Με ένα σάλτο που θα ζήλευε και ελαφίνα, πρόλαβε να χωθεί στην τελευταία σελίδα του παραμυθιού της, για να συνεχίσει την αιώνια περιπλάνησή της σε δάση, όπου ο κυνηγός είναι πιο επικίνδυνος από τον Λύκο.

Από τότε πέρασε καιρός…Ο Περίτας είναι καλά πια, είναι γερός, ένα μαγικό πλάσμα, ένας ιππότης βγαλμένος από της γιαγιάς τα παραμύθια, ένας εξορισμένος πρίγκηπας που κάποτε του υποσχεθήκαμε, ότι και στη δική του ιστορία θα βρούμε ένα happy end, κι από τότε, ψάχνει στον ουρανό το τυχερό αστέρι που θα τον οδηγήσει στο παντοτινό του σπίτι.

Το κείμενο υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα.
Απαγορεύεται η δημοσίευση μέρους ή του συνόλου της ιστορίας χωρίς αναφορά στην πηγή.

O Περίτας γύρισε σελίδα στη ζωή του και πλέον ζει ευτυχισμένος στο παντοτινό του σπίτι,
ελπίζοντας κάθε αδεσποτάκι να αποκτήσει κάποια μέρα την δική του οικογένεια…

Βρείτε μας στο facebook

Πρόσφατα Άρθρα

Δείτε ακόμα

Copyright © 2017- 2024 PawFinder.gr | All rights reserved | Όροι Χρήσης
error: Το περιεχόμενο προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα