Οι φύλακες των Χριστουγέννων

Οι φύλακες των Χριστουγέννων

Η κυρά Φωτεινή ήταν – όνομα και πράγμα – ένα φωτεινό και καλοσυνάτο πλάσμα που η ζωή το είχε φέρει να μένει μόνη της. Το σπίτι της ήταν ένα παλιό αλλά περιποιημένο σπιτάκι, που η πατίνα του χρόνου το ομόρφαινε και το έκανε να μοιάζει με χρυσή ανάμνηση της παιδικής ηλικίας.

Γλυκιά, καλόγνωμη κι ευγενική, δεν υπήρχε ούτε ένας γείτονας να μην τη συμπαθεί και να μην έχει να πει έναν καλό λόγο γι αυτήν. Πλούσια δεν ήταν, αλλά πάντα είχε κάτι να προσφέρει σε όποιον της χτυπούσε την πόρτα. Ένα σοκολατάκι, ένα μπισκότο, ένα γλυκό του κουταλιού, οτιδήποτε μπορούσε να γλυκάνει το στόμα και την καρδιά των συνανθρώπων της. Η κυρά Φωτεινή είχε μια αγαπημένη ασχολία που ήταν και η μοναδική της διασκέδαση: της άρεσε να στέκεται πίσω από το τζάμι και να χαζεύει την κίνηση έξω στο δρόμο. Μόνο τις ώρες που κοιμόταν ή όταν βρισκόταν σε κάποια δουλειά εκτός σπιτιού, έλειπε από τη γνωστή της θέση. Οι γείτονες το ήξεραν και την έκαναν χάζι. Δεν ήταν κουτσομπόλα η κυρά Φωτεινή, οπότε δεν τους πείραζε να έχουν ένα άγρυπνο παρατηρητή στη γειτονιά.

Η καλόκαρδη ηλικιωμένη γυναίκα είχε και μια άλλη αδυναμία: τις γάτες. Πρωί και βράδυ, έβγαινε και τάιζε τις τετράποδες φίλες της που της έκαναν όλο νάζια και χαρές. Η κυρά Φωτεινή, όταν έκανε πολύ κρύο, άφηνε την πόρτα της μισάνοιχτη για να προσκαλέσει στο σπίτι της κάποιες γατούλες, γριές σαν κι αυτήν, που δεν άντεχαν τα δύσκολα του Χειμώνα. Τα παιδιά της, πουλιά διαβατάρικα τώρα πια, γνωρίζοντας την αδυναμία της στις γατούλες της, ίσως κι από τύψεις που δε μπορούσαν να την πείσουν να μείνει μαζί τους, φρόντιζαν να έχει πάντα χρήματα για να τις ταϊζει και να φροντίζει την υγεία τους. Ήξεραν πόσο πολύτιμη ήταν η παρέα που της κρατούσαν.

Το κακό άρχισε μέσα στις γιορτές λίγο μετά τα Χριστούγεννα και πριν την Πρωτοχρονιά, όταν μια μέρα, η κυρά Φωτεινή, άφησε κατά λάθος την πόρτα της ανοιχτή και βγήκε για ψώνια. Όταν επέστρεψε, ήρθε αντιμέτωπη με μια δυσάρεστη έκπληξη. Ένας σιχαμένος, κακομούτσουνος και κακιασμένος καλικάτζαρος την περίμενε, απλωμένος σα βρομερός λεκές, στην μαλακή της πολυθρόνα της δίπλα στο παράθυρο. Η καημένη γυναίκα μόλις είδε το καταραμένο σατανόπουλο, έκανε ένα βήμα πίσω και πισωπατώντας τρομοκρατημένη, μπέρδεψε τα πόδια της και έπεσε ανάσκελα στο φθαρμένο χαλί. Ο παλιοκαλικάτζαρος γέλασε χαιρέκακα και πετάχτηκε σα βάτραχος από το μαλακό του κάθισμα. Πηδώντας και βγάζοντας κραυγές θριάμβου, πέρασε πάνω από το λιπόθυμο σώμα της ηλικιωμένης και τράβηξε για την κουζίνα. Εκεί, αφού άνοιξε όλα τα συρτάρια και τα ντουλάπια, έβγαλε πιάτα, κατσαρόλες και ποτήρια έξω, αναζητώντας καλό φαγητό να ντερλικώσει. Όλη τη χρονιά έντομα και σκουλήκια είχε βαρεθεί, ήθελε κάτι πιο ντελικατέσεν σήμερα. Και ως εκ φύσεως ταραξίας, αχόρταγος, κακόψυχος και ανακατωσούρας, άνοιξε τις συσκευασίες από ό,τι είχε αγοράσει η καημένη η γιαγιούλα για τις γιορτινές ήμερες , έφαγε λίγο απ όλα τα καλούδια και μαγάρισε με τις βρομιές του το πεντακάθαρο σπιτάκι. Κάποια στιγμή η γιαγιά άρχισε να συνέρχεται αλλά με το που άνοιξε τα μάτια, αντίκρισε τον δαιμονόμορφο μπαγαπόντη και ξαναλιποθύμισε από την τρομάρα. Έξω ο αέρας λυσσομανούσε και η καταιγίδα είχε μόλις ξεσπάσει, φοβερή και τρομερή. Την ίδια ώρα, μια ομάδα από πέντε γριές γατούλες είχε πάρει το γνωστό δρόμο για το σπιτάκι της κυρά Φωτεινής. Ήξεραν ότι θα βρουν την πόρτα άνοιχτή και το τζάκι αναμμένο. Τα κόκκαλά τους δεν άντεχαν πια τις αντιξοότητες του Χειμώνα.

Όταν πλησίασαν στο σπίτι και πολύ πριν περάσουν την αυλόπορτα, κατάλαβαν ότι κάτι δεν πήγαινε καλά. Η πιο γριά και έμπειρη γάτα, έσυρε τα αθόρυβα βήματά της πιο κοντά και μύρισε τον αέρα με απέχθεια. Ξαφνικά, με μια δυσαρέσκεια που δεν ήταν εύκολο να χωρέσει σε ένα νιάου, έτρεξε στις άλλες τέσσερις που είχαν κι αυτές αντιληφθεί ότι κάτι ύποπτο συνέβαινε.

«Γρήγορα», είπε η γριά γάτα, «βρείτε τα παιδιά και πείτε τους να φέρουν βοήθεια. Έχουμε εισβολέα καλικάντζαρο και θα χρειαστούμε ενισχύσεις». Πότε έφυγαν οι άλλες γάτες, πότε γύρισαν με συνοδεία δυναμική και πολυάριθμη, ούτε που πρόλαβε να καταλάβει ο Σούλης ο πόντικας που παραφύλαγε μουσκεμένος πίσω από τα σίδερα του υπονόμου. Είχε μια ελπίδα να βουτήξει κατιτίς κι αυτός, αλλά τώρα “βρομούσε μπαρούτι” και καλό ήταν να εξαφανιστεί ταχέως.

Το γεγονός είναι πάντως ότι η γατοσυμμορία με τους σκληρούς της περιοχής, μπήκε σα σίφουνας στο χαμηλό σπιτάκι, κι αφού κύκλωσαν απειλητικά τον καλικάντζαρο, τον έστησαν στη γωνία και του έδειξαν τα κοφτερά τους δόντια. Αυτός, ασθμαίνοντας σαν τρένο και με τα φαγητά να βγαίνουν κι από τα αυτιά του, κόλλησε στον τοίχο και έντρομος, ετοιμάστηκε να πηδήξει στο ταβάνι, αλλά οι γάτες είχαν ακροβολιστεί παντού και είχαν βγάλει τα νύχια τους, έτοιμες για μάχη. Εάν ξυπνούσε η γιαγιά εκείνη τη στιγμή, μάλλον δε θα λιποθυμούσε απλώς.

«Όμορφε, ήρθε η τελευταία σου ώρα», είπε ο Μπαμπής, ο δολοφόνος με την παχιά ουρά και την κεφάλα την κατάμαυρη.

«Διάλεξε πως θέλεις να πεθάνεις», πρόσθεσε η Ζόρα η μαγκιώρα, βγάζοντας έναν ανατριχιαστικό συριστικό ήχο, από το τρομερό της στόμα.

Ο καλικάντζαρος, αξιολύπητα μαραμένος αλλά σε επαγρύπνηση για να το σκάσει, ψέλλισε τρομοκρατημένος: «Μα ποιοι είστε; Τι θέλετε από μένα; Εγώ ήρθα να κάνω αυτό που κάνω κάθε χρόνο τέτοια εποχή. Δε φταίω εγώ αν η γριά λιποθύμησε». Οι γάτες πλησίασαν πιο κοντά και το λόγο πήρε η Πόπη, η δυναμική αρχηγός . «Εάν δεν ξέρεις τους Catorriors, μπορώ να καταλάβω το θράσος σου να πατήσεις στη γειτονιά μας. Πρέπει να είσαι φρέσκο καλικατζαρόπουλο, γιατί οι παλιοί σου συνάδελφοι μας ξέρουν και δεν πατούν στα μέρη μας. Είμαστε γάτες πολεμιστές, υπερασπιστές των αδυνάτων, κυρίως των ηλικιωμένων που υποφέρουν από τους ομοίους σου στις γιορτές. Catorriors λεγόμαστε και υπάρχουμε από τότε που υπάρχετε κι εσείς. Τώρα, οι επιλογές σου είναι δύο. Ή παίρνεις σκούπα φαράσι και καθαρίζεις τις βρομιές σου ή θα πας να κάνεις παρέα στο Σούλη τον ποντικό που νομίζει ότι επειδή δε μας βλέπει δεν ξέρουμε ότι κρυφοκοιτάζει από τον υπόνομο. Και μη βιαστείς να επιλέξεις τον υπόνομο -που μπορεί να σου αρέσει κιόλας- γιατί δε νομίζω ότι θα μπορέσεις να τον ευχαριστηθείς ζωντανός.»

Ο καλικάντζαρος, τρέμοντας από φόβο, με αστραπιαίες κινήσεις που κανείς άνθρωπος δε θα μπορούσε να αντιληφθεί, μάζεψε τα σκουπίδια του, καθάρισε τις βρομιές του, τακτοποίησε το χαμό που είχε προκαλέσει και μόλις τελείωσε κοίταξε τις γάτες παρακλητικά. «Μπάμπη άνοιξε του να φύγει», είπε η Πόπη, αγριοκοιτάζοντας τον κακομούτσουνο εισβολέα. Ο Μπάμπης ο χοντρός, άνοιξε λίγο την πόρτα και ο καλικάντζαρος εξαφανίστηκε στο βαθύ σκοτάδι και στο χαλασμό της καταιγίδας.

Οι γάτες, μόλις δραπέτευσε ο επισκέπτης, έσκασαν στα γέλια. «Μα Catorriors; Η ιδέα σου ήταν τρομερή!» είπε στην Πόπη η γριά γάτα που είχε σημάνει συναγερμό στην γατοαποικία, «να δεις που το πίστεψε!». Ξεκαρδισμένες στα γέλια οι γάτες έφυγαν μία – μία από την μισάνοιχτη πόρτα και χάθηκαν μέσα στη βροχή. Οι πέντε ηλικιωμένες γάτες έμειναν πίσω και πλησίασαν την κυρά Φωτεινή. Με τις ουρές τους γαργάλησαν την μύτη της μέχρι να την ξυπνήσουν και να δουν ότι είναι καλά.

«Μπά σε καλό μου! Τι έπαθα; Με πήρε ο ύπνος στο χαλί; Γέρασα κορίτσια μου, γέρασα!», είπε η γιαγιά καθώς άνοιγε τα μάτια της. Σηκώθηκε με κόπο και αφού έσιαξε τα ρούχα και τα κάτασπρα μαλλιά της, πήρε τη συνηθισμένη θέση της στην πολυθρόνα πίσω από το τζάμι.

Οι γέρικες γατούλες πήραν κι αυτές θέση κοντά της και μισοέκλεισαν τα μάτια, χουρχουρίζοντας ευτυχισμένες. Η κυρά Φωτεινή, λίγο αλαφιασμένη και λίγο χαμένη ακόμη, αλλά όπως πάντα καλοσυνάτη και με ζεστή καρδιά , αγκάλιασε τις φιλενάδες της και άρχισε την νυχτερινή παρακολούθηση του δρόμου. Μια σκιά πέρασε σα σφαίρα ανάμεσα στις χοντρές στάλες της βροχής, κάνοντας το δέρμα της ηλικιωμένης γυναίκας να ανατριχιάσει.

«Καλές μου κοπέλες μη φοβάστε, είμαι εδώ για να σας προστατεύω», είπε κι έγειρε ικανοποιημένη στην αναπαυτική της πολυθρόνα. Οι γατούλες έπνιξαν ένα γελάκι και έπεσαν για ύπνο ευχαριστημένες.

Το κείμενο υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα.
Απαγορεύεται η δημοσίευση μέρους ή του συνόλου της ιστορίας χωρίς αναφορά στην πηγή.

Βρείτε μας στο facebook

Πρόσφατα Άρθρα

Δείτε ακόμα

Copyright © 2017- 2024 PawFinder.gr | All rights reserved | Όροι Χρήσης
error: Το περιεχόμενο προστατεύεται από πνευματικά δικαιώματα